Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΦΙΛΙΠΠΙΔΗ αντιπροέδρου συντ/χων ΤΣΜΕΔΕ

Μεγάλη απήχηση στην κοινωνία και ειδικότερα στους συνταξιούχους του ΤΣΜΕΔΕ έχουν οι σχετικές δηλώσεις του προέδρου του ΣτΕ, Σωτ. Ρίζου, ο οποίος ρητά δήλωσε ότι «οι δικαστικές αποφάσεις θα πρέπει να διορθώνουν τις ακρότητες των Μνημονίων». Σε δριμεία κριτική για τον τρόπο που έχει δομηθεί η Ευρωπαϊκή Ενωση, με τους ισχυρούς να κινούν τα νήματα, καθιστώντας κενό γράμμα τις διακηρύξεις περί ισότητος και αλληλεγγύης, προχώρησε ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας στο πλαίσιο δημόσιας παρέμβασής του.

Είναι γνωστό ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) είναι το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο που συνεστήθη στις 17 Μαΐου του 1929. Αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του ελληνικού συστήματος δικαστικού ελέγχου της διοικητικής δράσης. Είναι το Ανώτατο Δικαστήριο της νομιμότητος των διοικητικών πράξεων και έχει καταξιωθεί στην κοινωνία ως ο ισχυρός προστάτης, τόσο του πολίτη όσο και του Δημοσίου. Είναι πρώτη φορά ο Ανώτατος Δικαστικός που διαπιστώνει ότι το κοινωνικό κράτος δέχεται βαρειά πλήγματα, λόγω των μέτρων που λαμβάνονται στο όνομα της κρίσης. Δέχεται ότι η Δικαιοσύνη εμφανίζεται δέσμια του θεσμικού πλαισίου και της επίκλησης του «Δημοσιονομικού Δημοσίου συμφέροντος». Πρακτικώς, όπως είπε, λαμβάνονται αποφάσεις με την επίκληση της κυβέρνησης περί άδειου Δημόσιου Ταμείου. Ετσι, αναφέρει ότι ο ισχυρισμός αυτός του Δημοσίου δυσκολεύει τη βούληση του δικαστού να απονείμει το δίκαιο.

Ωστόσο, επισήμανε ο Σωτ. Ρίζος, ο δικαστής δεν παροπλίζεται, αλλά έχει τη δυνατότητα να διορθώνει τις ακρότητες της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας, με βάση το ποσοτικό κριτήριο. Εχει τη δυνατότητα να απονέμει δικαιοσύνη στις υπερβολικές επεμβάσεις στους μισθούς, στις συντάξεις κ.ά.

Ο ανώτατος δικαστικός λειτουργός, αναφερόμενος στην περίοδο που διανύουμε, την οποία χαρακτηρίζει «βάναυση» από το τέλος του εμφυλίου πολέμου, δεν δίστασε να μιλήσει για τους συσχετισμούς δυνάμεων εντός της Ε.Ε., αλλά και στον τρόπο που τα κεντρικά ευρωπαϊκά κράτη αντιμετωπίζουν την Ελλάδα.

Περαιτέρω ο πρόεδρος του ΣτΕ περιέγραψε με εύστοχο τρόπο τα κρίσιμα ερωτήματα που προκύπτουν για το ποία πρέπει να είναι η στάση του δικαστή, ο οποίος, εγκλωβισμένος στις δεσμεύσεις της χώρας έναντι των δανειστών της, προσπαθεί σε συνθήκες μεγάλης οικονομικής κρίσης να κρίνει τη συνταγματικότητα νομοθετικών επιλογών που συναρτώνται στενά με κρίσιμες πολιτικές αποφάσεις για την επιβίωση εκατομμυρίων Ελλήνων πολιτών. Αναφέρει ότι ο δικαστής βρίσκεται προ διλήμματος όταν ο νομοθέτης πιστοποιεί και ισχυρίζεται ότι το Δημόσιο Ταμείο είναι άδειο και πρέπει να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα, τα οποία βεβαίως είναι υπαρκτά και έχουν εμφανισθεί με τις υπογραφές των Μνημονίων ότι είναι υποχρεωμένο το κράτος να τα νομοθετήσει.

Προς τιμήν του

Είναι προς τιμήν του Σωτ. Ρίζου, που δήλωσε δημοσίως ότι το δικαστήριο δεν ακινητοποιείται και διατηρεί το δικαίωμα να κρίνει τη συνταγματικότητα νομοθετημάτων και να ρυθμίσει τις ακρότητες της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας. Καταλήγει δε ότι, εάν η δικαστική κρίση περιοριστεί στα βασικά πεδία και εκτιμήσει ορθά το δίκαιο και τις πραγματικές συνθήκες, τότε και μόνο τότε θ’ ασκεί πραγματική επιρροή στην κοινωνικοοικονομική εξέλιξη και θα αποκαθιστά τα ρήγματα στους συνταγματικούς θεσμούς του κράτους δικαίου και του κοινωνικού κράτους.

Κατόπιν όλων των ανωτέρω, κρίνεται σκόπιμο να ρωτηθούν όλες οι κυβερνήσεις από το 2010 μέχρι σήμερα, εάν πράγματι ήσαν νόμιμες οι διατάξεις των νόμων, βάσει των οποίων μείωσαν τις συντάξεις του ΝΠΔΔ που λέγεται ΤΣΜΕΔΕ, το οποίον ποτέ δεν δημιούργησε προβλήματα από τότε που ιδρύθηκε, το 1940, μέχρι σήμερα σε όλες τις κυβερνήσεις της χώρας, αφού επί σειρά πολλών ετών είχε τεράστια πλεονάσματα στον προϋπολογισμό του και τη μεγαλύτερη περιουσία όλων των Ταμείων της χώρας, με το σπουδαίο δείκτη σήμερα 7:1 εργαζόμενο προς συν/χο.

Επειδή, εξάλλου, καμία κυβέρνηση δεν επιχορήγησε το ΤΣΜΕΔΕ μέχρι σήμερα (όπως κάνει με άλλους ασφαλιστικούς οργανισμούς), είναι αυτονόητο ότι θα έπρεπε ο νομοθέτης να εξαιρέσει το ΤΣΜΕΔΕ από τις περικοπές των συντάξεων. Είναι εξάλλου γνωστό ότι ουδέποτε η τρόικα ζήτησε από την κυβέρνηση να εκδώσει νόμους που να μειώνουνε ειδικά τις συντάξεις μας, μάλιστα δε έμεινε έκπληκτη, όταν επισκέφθηκε τη διοίκηση του ΕΤΑΑ στα γραφεία του προ τριών (3) ετών, όπου διαπίστωσε ότι η περιουσία των τριών Ταμείων (Μηχανικών, Υγειονομικών και Δικηγόρων) ήταν της τάξης των 6 δισ. ευρώ (προ του Μνημονίου) και μάλιστα πρότεινε στο Δ.Σ. του ΕΤΑΑ να αποχωρήσει από την εποπτεία του υπουργείου και να είναι αυτόνομοι.

Εμείς οι συν/χοι του ΤΣΜΕΔΕ ήδη καταφύγαμε στα διοικητικά δικαστήρια και ζητάμε να μας καταβληθούν οι γενόμενες περικοπές. Την απαίτησή μας αυτή στηρίζουμε στο ότι, όλοι οι νόμοι που εφαρμόστηκαν για τη μείωση των συντάξεών μας από το 2010 μέχρι σήμερα είναι αντισυνταγματικοί. Βασίζεται: α) Στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του ανθρώπου. β) Στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος. γ) Στο άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος. δ) Στο άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος. ε) Στο άρθρο 26 του Συντάγματος, όπως και σε σχετική νομολογία.

Επομένως θα περιμένουμε να δούμε εάν οι δικαστές που θα εκδώσουν τις αποφάσεις επί των αγωγών μας θα μας δικαιώσουν και θα κρίνουν τις ακρότητες του Μνημονίου που μας μείωσαν τις συντάξεις μας, βάσει των απόψεων του προέδρου του ΣτΕ, που διατύπωσε δημοσίως.

 source