Μάς ενημερώνει η Κοινωνική Λειτουργός, Μαρία Μελέκου
Σε μια εποχή εξαναγκαστικού υλισμού και μετριοπάθειας, το προφανές επαφίεται στο γεγονός ότι τα πάντα γύρω μας διεκδικούν μία καλύτερη συνθήκη. Κάτι οι συνιστώσες της σύγχρονης ζωής, κάτι ο ανταγωνισμός στις διάφορες αγορές εργασίας, ή ακόμη το αέναο κοινωνικό γίγνεσθαι, όλα απαιτούν από τον καθένα την παραγωγή χρόνου και χρήματος, προκειμένου στο τέλος να εξαγοράσει τα ανάλογα εύσημα.
Πολλές φορές λέμε ότι ο “χρόνος είναι χρήμα”, διότι αν λάβουμε υπόψη τη μεταξύ τους συσχέτιση θα αντιληφθούμε εύκολα ότι κάποτε και τα δύο αυτά τελειώνουν άλλοτε με τρόπο αστείο, άλλοτε με οξύμωρο και αναπάντεχο, και σε όλες τις περιπτώσεις, υπό το πρίσμα περιστάσεων που μας ψυθιρίζουν ότι πάσχουμε από ανθρώπινη ευθραυστότητα.
Ίσως λοιπόν ο χρόνος να μην εξισώνεται με χρήμα αλλά το καθένα εξ’ αυτών να διακρίνεται για τη δική του αυτοτέλεια, οπότε και θα πρέπει να λάβουμε τη δισυπόστατη απόφαση πιο από τα δύο εν τέλει θα ακολουθήσουμε. Ο χρόνος διαφανής και αύλος, ενδεδειγμένος για τους αυθεντικούς τυχοδιώκτες της ζωής, επιμένει να κρατά τα χαρτιά του κλειστά, κρίνει αυστηρά, μοιράζοντας ωριμότητα αλλά σε καμία περίπτωση δεν συνυπογράφει υλιστικές υποσχέσεις. Το χρήμα πράσινο, αντανακλά ελπίδα και υπαρκτική ασφάλεια που με τον καιρό ξεθωριάζει, ανίκανο να εγγυηθεί την υστεροφημία.
Ο χρόνος χορταίνει το μάτι, ενώ το χρήμα το αφήνει ανικανοποίητο και πεινασμένο. Ο χρόνος αρέσκεται σε κύκλους προσιδιάζοντας την επιτυχία με τη μεγαλύτερη δυνατή περίμετρο, εν αντιθέσει με το χρήμα που έχει την τάση να τετραγωνίζει τα πάντα και με προσδοκώμενο σκοπό την τελειότερη ορθή γωνία σε όλες τις κρίσιμες καμπές της ζωής.
Ο χρόνος είναι δώρο που δεν δανείζεται, ενώ το χρήμα ένα δάνειο που δεν δωρίζεται, απαιτώντας συχνά ειδικές συνθήκες δέσμευσης και συνδιαλλαγής. Ως εκ τούτου όλοι μπορούν να το αποκτήσουν και μάλιστα την ίδια στιγμή που θα τους προκύψει η εν λόγω επιθυμία, σε αντίθεση με τον ακριβοθώρητο και επιλεκτικό χρόνο που ο ίδιος διαλέγει τον ξενιστή του, δίχως ωστόσο να απωλέσει τη θεϊκή του υπόσταση, χαρίζοντας πάντοτε μία ευκαιρία σε όλους.
Πράγματι ο χρόνος γίνεται απτός και σε κάποια σημεία του μπορείς να τον αγγίξεις στο βαθμό που είσαι ικανός να διακρίνεις τον κόπο των ανθρώπων και την πρόθεση για δημιουργία και παρακαταθήκη. Στις στιγμές εκείνες που επενδύθηκε έναντι σημαντικών άλλων, στη μετουσίωση μίας σκέψης σε συναίσθημα ή μίας σκληροπυρηνικής συμπεριφοράς σε αναπάντεχη θυσία.
Ως επί το πλείστων ο χρόνος είναι αυτός που συνδέεται άρρηκτα με τις αισθητηριακές ικανότητες του ανθρώπου. Στο παρελθόν μας, φυλάσσονται οι ακουστικές και οσφρητικές μας μνήμες, προκειμένου να θυμηθούμε ποιοι είμασταν και που ανήκουμε, ενώ στο παρόν ο χρόνος μας εγκαρτερεί, χαρίζοντας μας καινούργια μάτια, υποσχόμενος ότι η γεύση όλων μας των πεπραγμένων φυλάσσεται στο μέλλον.
Αν ωστόσο δυνητικά μπορούσαμε να φανταστούμε ότι όλος ο συμπαντικός χρόνος και όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα του κόσμου εσωκλείονται σε δύο ξεχωριστούς χαρτοφύλακες, ποιόν από τους δύο αλήθεια θα διαλέγαμε; Δεδομένου ότι το μοναδικό που φρόντισε ώστε να εξασφαλίσει ο άνθρωπος είναι η αναλωσιμότητά του, ίσως η απάντηση να κρίνεται απογοητευτική και προβλεπόμενη εξίσου.
Το σημαντικότερο όλων όμως δεν είναι τι λαμβάνει κανείς, αλλά τι είναι διατεθειμένος να προσφέρει, τι εκρέει σαν μοναδική ανθρώπινη οντότητα. Και ίσως μία εξιδανικευμένη, αλλά κερδισμένη απάντηση να είναι τον ανεκτίμητο, ανεξαγόραστο, μοναδικό χρόνο του: χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς ανταλλάγματα.
Ευχαριστούμε την κ. Μελέκου για τις πληροφορίες.