«Όπου κάνει ζέστη, εκεί θα μας βρεις». Η πρώτη παρέα ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας που συνάντησα στη Νέα Σμύρνη με αποχαιρετά με χιούμορ. Είναι σαν να παρομοιάζουν τον εαυτό τους με τα πουλιά της πόλης, τα οποία κατά τις ημέρες που κάνει ψύχρα πηγαίνουν κατά ομάδες στα πιο θερμά σημεία της και κάθονται κοντά το ένα δίπλα στο άλλο. Είναι μια παρέα πέντε ανθρώπων που κάθονται στα τραπέζια μιας αλυσίδας καφέ. Σ’ ένα μαγαζί που γνωρίζουν ότι δεν θα τους πει κανείς τίποτα και δεν θα τους κοιτάξει κάπως υποτιμητικά. Όσο στέκομαι μπροστά τους, με ρωτούν αν έχω μάθει ποιος θα βάλει δήμαρχος στην περιοχή, σχολιάζουν την επικαιρότητα, ρωτούν την άποψή μου, είναι ευγενικοί.
Μια ηλιόλουστη μέρα, όπως οι περισσότερες στη Νέα Σμύρνη, προσφέρει πολλά σημεία για να καθίσεις. Όσα και οι αναρίθμητες καφετέριες που βρίσκονται πάνω στους δύο πεζόδρομους που τη διασχίζουν. Δεν είναι όλα όμως πραγματικά φιλόξενα. Την περασμένη Παρασκευή (11.11) έγινε γνωστό περιστατικό για καφετέρια που σήκωσε απ’ το τραπέζι της δύο ανθρώπους, με την εργαζόμενη να εξηγεί αργότερα σε άλλο πελάτη που ανέδειξε το περιστατικό ότι «η πολιτική του μαγαζιού είναι να απαγορεύει σε ηλικιωμένους να κάθονται».
Ανοιχτό όχι για όλους
Μετά την έκταση που πήρε το θέμα, η ιδιοκτησία της καφετέριας (Rusty Grail) έσπευσε πανικόβλητη να βγάλει ανακοίνωση με την οποία δήλωνε έκπληξη για το συμβάν και απέδιδε την ευθύνη σε υπεύθυνο που είχε προσλάβει πριν από λίγες ημέρες, του οποίου «η νοοτροπία ήταν να κρατάει μία εικόνα όπως αυτός πίστευε ότι θα ήταν καλύτερα γι’ αυτόν». Στην ανακοίνωση αναφερόταν επίσης ότι ο υπεύθυνος απομακρύνθηκε και ότι το κατάστημα είναι ανοιχτό για όλους.
Ωστόσο, σε άλλη καφετέρια συναντήσαμε ένα ζευγάρι που μας είπε ότι βρέθηκε παρών σε αντίστοιχο περιστατικό πριν από περίπου τρεις εβδομάδες. Ειδικότερα, όταν ένας άνθρωπος μεγαλύτερης ηλικίας πήγε να καθίσει σε ένα τραπέζι τού είπαν ότι δεν μπορούσε κι εκείνος, θεωρώντας ότι είναι κρατημένο, πήγε μετά σ’ ένα άλλο. Τον σήκωσαν όμως κι από εκεί. Το ζευγάρι σκέφτηκε ότι θα μπορούσε για το υπόλοιπο της παραμονής του να μεταφερθεί εντός του καταστήματος και ν’ απελευθερώσει έτσι τη θέση. Σύντομα κατάλαβε όμως ότι το πρόβλημα δεν ήταν η διαθεσιμότητα στα τραπέζια. «Έχει κάτι το πρόσωπό μου;» τους ρώτησε με εμφανή στεναχώρια ο άνθρωπος που προσπαθούσε να βρει ένα σημείο να πιει τον καφέ του. «Ντραπήκαμε κι απογοητευτήκαμε» λέει για εκείνη την ημέρα το ζευγάρι, που ζήτησε από τη σερβιτόρα να μεταφέρει τη δυσαρέσκειά τους στον υπεύθυνο. «Άμα το κάνω αυτό, θα φύγω νύχτα» φέρεται να τους απάντησε.
Χωρισμένη στα δύο
Στο σύνολο των συζητήσεων που κάναμε στη Νέα Σμύρνη, οι αναφορές για περιστατικά αυτού του χαρακτήρα φάνηκαν να περιορίζονται μόνο στο συγκεκριμένο κατάστημα. Ωστόσο, μας αναφέρθηκε ακόμη ότι η πλατεία είναι κατά κάποιο τρόπο χωρισμένη στα δύο, όπου στη μία πλευρά κάθονται κυρίως οι νέοι και στην άλλη οι μεγαλύτεροι σε ηλικία. Ταυτόχρονα, αρκετοί ηλικιωμένοι, όσο κάνει ακόμη καλό καιρό, επιλέγουν είτε να καθίσουν στα παγκάκια είτε να πάνε σε καφέ-αλυσίδες.
Ο ένας λόγος είναι οικονομικός. Η εξυπηρέτηση στην αλυσίδα κοστίζει λιγότερο, οπότε μπορούν μ’ έναν τρόπο να την αντέξουν καθημερινά. Ο άλλος είναι ότι νιώθουν άβολα σε κάποιες περιπτώσεις να κάτσουν κάπου όπου τους θεωρούν παράταιρους και τα συγκεκριμένα καταστήματα (των αλυσίδων) έτσι κι αλλιώς δεν έχουν άλλους πελάτες να κάθονται.
Κανονικές καφετέριες, όπως το Rusty Grail, δείχνουν να ενδιαφέρονται περισσότερο για τον τζίρο και την εικόνα που θέλουν να εκπέμπουν. «Σου λέει, θα κάτσει ο γέρος στο τραπέζι με την εφημερίδα και θα μου το κρατήσει για μια ώρα για να πιει μόνο έναν καφέ» σχολιάζει ένας από τους ανθρώπους που συναντήσαμε εκτός μαγαζιών, επιχειρώντας να περιγράψει τη λογική των επιχειρηματιών. Ταυτόχρονα, υπάρχει η αντίληψη ότι αν αρχίσουν να κάθονται οι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας πιο μαζικά στην καφετέρια, αυτή δεν θα επιλέγεται απ’ τον νεότερο κόσμο. Συνεπώς, ο ίδιος όπως και άλλοι έχουν επιλέξει να είναι «μέτοχοι στα παγκάκια». Εκεί τουλάχιστον ξέρουν πως πικρή κουβέντα δεν πρόκειται ν’ ακούσουν.