Ο Μαντζόνι, ο κλασσικός Ιταλός συγγραφέας, δεν την είχε βιώσει την πανούκλα αλλά είχε μελετήσει αρχεία επί αρχείων και περιγράφει την τρέλα, την ψύχωση, τις περίεργες θεωρίες σχετικά με την προέλευσή της. Περιγράφει την ιστορία ενός ξένου (ενός τουρίστα θα λέγαμε σήμερα) που αγγίζει τον τοίχο του καθεδρικού ναού του Μιλάνου και λιντσάρεται από τον όχλο γιατί θεωρήθηκε ότι μετέδιδε τον ιό. Αλλά υπάρχει κάτι που ο Μαντζόνι το περιγράφει καλά και το ενστερνίζεται από τον Βοκκάκιο. Τη διάκριση της ανθρωπιάς από την απανθρωπιά. Ο Βοκκάκκιος πράγματι είχε βιώσει την πανούκλα, είχε δει φίλους αγαπημένα πρόσωπα συγγενείς και τον ίδιο του τον πατέρα να πεθαίνει, και ο Βοκκάκιος μας εξηγεί ότι η πιο τρομερή συνέπεια της πανούκλας ήταν η απαξίωση του να ζεις πολιτισμένα. Γιατί ο διπλανός άρχιζε να μισεί τον διπλανό, ο αδελφός τον αδελφό, τα παιδιά να εγκαταλείπουν τους γονείς. Η πανούκλα έβαζε τους ανθρώπους τον ένα ενάντια στον άλλο. Ο Βοκκάκιος απάντησε συγγράφοντας το Δεκαήμερο, τον πιο μεγάλο ύμνο στη ζωή και στον πολιτισμό. Ο Μαντζόνι απάντησε με όπλο την πίστη και την καλλιέργεια που δεν απέφευγε τα προβλήματα αλλά δίδασκε πώς να τα αντιμετωπίζεις. Εν ολίγης και οι δυο απαντούσαν κατά τρόπο παρόμοιο, καλώντας τους ανθρώπους να παραμείνουν άνθρωποι ακόμα και όταν ο κόσμος τρελαίνεται.
Χριστίνα Κομελλίνι
“Αν στη θέση της πανούκλας βάλουμε τον φασισμό, τον ρατσισμό ή τον κορωνοϊό λίγο διαφέρει.”
Για την μετάφραση: Νίκος Μαγκαφώσης