Συνέντευξη με τον κύριο “Θ”…

 

Καθισμένη επάνω σε ένα φθαρμένο, ξυλοφαγωμένο παγκάκι, έχω μείνει και ατενίζω μηχανικά την ατελείωτη δεξαμενή που ξεδιπλώνεται μπροστά μου. Μια γκρίζα θάλασσα, ασάλευτη και παγερή σαν ατσάλι. Και τον ουρανό που φωτογραφίζεται επάνω της με ελάχιστη απόκλιση στις αποχρώσεις. Χωροχρονικά βρίσκομαι στο πουθενά ή καλύτερα δεν με ενδιαφέρει να το προσδιορίσω, η απροσφορότητα και το τίποτα που αισθάνομαι, είναι πιο σημαντικά από τέτοιου είδους λεπτομέρειες.

Μέσα σε όλη αυτή τη γαλήνη και ηρεμία, το παγωμένο του βοριά που χαιδεύει το πρόσωπο και το χαρμάνι του καφέ που συνοδεύει κάθε ταξίδι, με κρατούν σε εγρήγορση.

Περιμένω απαντήσεις.  Περιμένω να καταλάβω. Περιμένω κάποιον για συνέντευξη. Ο ίδιος αυτός εξαπάτησε τη μνήμη μου και δεν ενθυμούμαι  τις λεπτομέρειες του  rendezvous,  ούτε πώς έφτασα στο σημείο συνάντησης.  Η μόνη μου ενθύμηση αφορά στο γεγονός ότι εκείνος επέμενε με το γνωστό κυνισμό και ειρωνεία που τον διακατέχουν. Και λέω ενθύμηση γιατί οι μέχρι τώρα συνυπάρξεις μας  απέβησαν  φυλαχτό. Κάτι έμαθα, κάτι άφησα, κάτι έγινα.  Η μετεξέλιξη των πραγμάτων βλέπετε.

Αυτός είναι ο κος Θ. Ή αλλιώς Θάνατος. Αυτό το μαγικό  Θ τον συνοδεύει στις περισσότερες γλώσσες και διαλέκτους, ενώ στις υπόλοιπες μάλλον υπαινίσσεται. Για παράδειγμα στην ελληνική ξεκινάει με  αυτό το γράμμα ενώ στην αγγλική καταλήγει σε αυτό (death). Ανά τους αιώνες του έχουν αποδώσει διάφορες ονομασίες και προσωνύμια. Χάρος, ψόφος, δρεπανοφόρος…

 Στην πορεία θα διαπιστώσω ότι αυτό το Θ προσδιορίζει και τον λόγο του. Σαν ένας ελαφρύς συριγμός που βγαίνει ανάμεσα από τα δύο μπροστινά του δόντια. Μία ομιλία καθηλωτική  αφού αρέσκεται στο να τραβάει την τελευταία συλλαβή  από την κάθε λέξη και μαζί με αυτή και την προσοχή. Ο κος Θ, θυμίζει άντρα μέσης ηλικίας αλλά χωρίς ρυτίδες και κατάλοιπα εφόσον είναι ανεπηρέαστος από τον χρόνο. Περιφέρει τη ρακένδυτη ύπαρξή του  ανά τον κόσμο, καλύπτοντάς την επιμελώς, με έναν μαύρο  μανδύα, από υλικό και μυρωδιά που θυμίζει πλαστική  σακούλα απορριμμάτων:

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Ωραία είμαστε εδώ… ότι πρέπει για την περίσταση. Έφτασα νομίζω εγκαίρως.. Ασχέτως τι λένε οι κακές γλώσσες για ‘ μένα, φροντίζω ώστε να είμαι άγγλος στα ραντεβού μου.

ΜΑΡΙΑ: Και στο χιούμορ καταβάλλεις φιλότιμες προσπάθειες, αλλά μάλλον δεν σου βγαίνει!

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Από χιούμορ προτιμώ  παραδοσιακά το μαύρο έναντι του αγγλικού! (γελάει) Εξάλλου, μετά από τόσες ταμπέλες και άρνηση από εσάς τους  ανθρώπους, απελπίστηκα και είπα να συμπορευτώ  με τα στερεότυπα.

ΜΑΡΙΑ: Περιμένω επεξήγηση  σε αυτό. Θέλεις να μου πεις ότι έπεσες και ‘ συ θύμα των περιστάσεων;

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Αμφιβάλλεις; Πώς θα σου φαινότανε εσένα αν σε αποκαλούσανε “Η κούφια η ώρα;”

ΜΑΡΙΑ:  Και κούφια με έχουνε πει και κουφάλογο και κουφάλα! Αλλά δεν το παίρνω προσωπικά!! Κατά βάθος γνωρίζω ότι έχω πάνω μου τον ανθρωποδιώκτη!!

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Βρήκαμε κοινό σημείο (γελάει). Όμως νομίζω  δεν με προλόγισες σωστά….

ΜΑΡΙΑ:  Μπα; Τι μας λες;  Προσπάθησα να αποδώσω με λυρισμό την μεταξύ ημών συνάντηση. Κανονικά όφειλες να με ευχαριστήσεις.

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Γι’ αυτό με απεκάλεσες τραυλό, ενδυματολογικώς κακόγουστο  και μεσόκοπο; Αν αργούσα λίγο περισσότερο στο ραντεβού θα έλεγες ότι τα χνώτα μου μυρίζουν φορμόλη, ότι έχω γλαύκωμα και ένα γυάλινο μάτι!! Και εσύ, ούτε που έχεις γυρίσει να με κοιτάξεις. Προτιμάς  να αγναντεύεις το βαρετό τοπίο, το πέρα δώθε των γλάρων, τον ευτραφή κύριο που πηγαινοέρχεται με την καρότσα και πουλάει σαλέπι!! Ενώ εγώ σου έκανα την τιμή να παρευρεθώ στη συνάντηση αυτή που εσύ η ίδια μου ζήτησες!!

Αλήθεια, μήπως θα ήθελες  να σε κεράσω ένα σαλεπάκι  πριν ξεκινήσουμε;

ΜΑΡΙΑ:  Ίσως αργότερα, δεν έχω καν τη δύναμη να σε κοιτάξω (μπερδεμένη)…

 Δεν καταλαβαίνω (απορία), τί εννοείς ότι εγώ σου ζήτησα;

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Θέλεις να μιλήσουμε σοβαρά; Λοιπόν μπορεί να μην θυμάσαι αλλά εσύ με προσκάλεσες κι εγώ  ανέλπιστα  δέχτηκα. Σκέφτηκα όμως να αντιστρέψουμε τους ρόλους και να ξεφύγουμε από τα καθιερωμένα… ( σιωπή). Ως συνεντευξιαζόμενος, θα σου κάνω εγώ τις ερωτήσεις και εσύ ο συνεντευκτής θα μου απαντάς. Θα απαντήσω μόνο σε μία δική σου ερώτηση….

 ΜΑΡΙΑ:  (σκεπτική) … (σιωπή) Αυτό είναι που λέμε, επί ίσοις όροις;

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Στο τέλος θα καταλάβεις πως ναι…  Είσαι έτοιμη;

ΜΑΡΙΑ:  Όχι!! Ποτέ δεν ήμουν έτοιμη για σένα, νομίζω κανείς δεν είναι.

 

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Έλα τώρα! Άσε τα μελό για τους αναγνώστες!! Ξεκινάω.. ( μου πιάνει το χέρι)

Γιατί με φοβάσαι;

ΜΑΡΙΑ:  Δεν σε φοβάμαι!! Σε απεχθάνομαι και σε σιχαίνομαι. Αυτό είναι όλο.

ΚΥΡΙΟΣ Θ:  (γελάει)  Α! μόνο αυτό; Ευτυχώς!  Γιατί;

ΜΑΡΙΑ:  Διότι αδυνατώ να σε καταλάβω. Όπου και να πας  γεννιέται πόνος, κλάμα, απόγνωση, αδικία. Μερικούς τους ξεχνάς και τους θυμάσαι μετά από έναν αιώνα και άλλους πάλι  τους επισκέπτεσαι  πριν την ώρα τους. Σε αρρώστιες, ατυχήματα, εγκλήματα και πολέμους, είσαι παρών. Δεν κάνεις ποτέ εξαιρέσεις, εκτός και αν για κάποιο λόγο σε παραμερίσει η τύχη!!

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Μάλλον με παρεξήγησες για να μην πω με υποτίμησες. Αλλά πάνω απ’ όλα με μπέρδεψες με άλλες καταστάσεις γεννημένες από την άβυσσο εσάς των ίδιων! Τί μυστήρια πλάσματα που είστε αλήθεια!!  

Όμως το πρώτο πράγμα που έχω να σου πω είναι ότι τα ακραία συναισθήματα που λες ότι αισθάνεσαι, δικαιολογούνται μόνο όταν αφεθείς να με καταλάβεις.

Έπειτα η εικόνα που κρατάς για εμένα τον Θ  στο μυαλό σου, είναι αντιπροσωπευτική της μιζέριας, της μεμψιμοιρίας και της αποστροφής που εσείς τα ανθρώπινα όντα, αναπαράγετε στη ζωή. Γιατί μου καταλογίζετε πολέμους, σαδισμό και εγκλήματα; Εγώ είμαι απλά η μετάβαση, αέναη για το όλον και μοναδική για το κάθε έμβιο ον ξεχωριστά. Και έχω εντολή να κάνω την επίσκεψή μου μόνο την καλύτερη στιγμή του κάθε τι και ενός. Βλέπεις, αυτούς τους κάποιους που πασχίζετε  μετά βδελυγμίας να  κατανοήσετε και επιφορτίζετε με όλα τα δεινά της πολυσήμαντης ύπαρξής σας, μας ενδιαφέρει η υστεροφημία σας, οι οδύνες σας, η ταλαιπωρία σας.

Γι’ αυτό και εγώ ξεκουράζω τους αρρώστους και πραγματοποιώ την καθιερωμένη μου επίσκεψη, όταν στερέψουν οι δεξαμενές της ταλαιπωρημένης τους ψυχής. Για τις συγκυρίες και τα κακώς κείμενα δεν φταίω εγώ… ( σιωπή).

ΜΑΡΙΑ: (σιωπή)

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Εμπρός ρώτα με, τώρα.

Αυτή τη στιγμή είναι η πρώτη φορά που γυρίζω να κοιτάξω κατάματα  τον συνομιλητή μου. Είναι κύριος μεγάλος σε ηλικία, με στρογγυλά γυαλιά, περιποιημένο μούσι. Η μορφή του είναι παστρική και η όψη του γαλήνια, τα μάγουλά του και η μύτη του έχουν κοκκινίσει από το αγιάζι, παραπέμποντας σε διδάσκαλο και κατηχητή του προηγούμενου αιώνα. Στις χούφτες του σφίγγει ένα ρολόι τσέπης, λες και είναι  μια ανθρώπινη καρδιά που σπαράζει  από συγκίνηση.

ΜΑΡΙΑ: Τι είσαι τελικά;

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Ένας περιπλανώμενος συλλέκτης, ένας ταπεινός εργάτης που ασχολείται με τη συγκομιδή. Δεν είμαι κατάσταση, δεν είμαι γεγονός, αλλά η απειροελάχιστη στιγμή που συνδέει την μακαριστή ζωή των έμψυχων και τη μετάβασή τους σε ύλη, σε άψυχα.

Τώρα, θα ήθελα να προσπαθήσεις να με αποδεχτείς.

ΜΑΡΙΑ: Γι’  αυτό να σε αγκαλιάσω. Μπορώ;

Ο παππούς κος Θ,  ανοίγει στοργικά την αγκαλιά του σαν ένας τυπικός  ευσυγκίνητος  άνθρωπος και χαϊδεύοντάς μου το κεφάλι, ψιθυρίζει:

ΚΥΡΙΟΣ Θ: κλάψε παιδί μου να ξεσπάσεις. Κλάψε να ελευθερώσεις τον πόνο. Κλάψε και για μένα. Και πες μου την αλήθεια… Μίλα!! Τώρα.. ( επιτακτικός)

ΜΑΡΙΑ: Σε επικαλέστηκα κύριε Θ. προσευχήθηκα για σένα, όλες εκείνες τις αιώνιες στιγμές, με την ατέρμονη κούραση, αγανάκτηση και λύπη… εγώ σου φώναζα να έρθεις.. να απαλλάξεις τις αγάπες μου από το τέλμα. Εγώ σου φώναζα, με ακούς;; Ακούς την αλήθεια μου;

ΚΥΡΙΟΣ Θ: Σε ακούω και είναι εντάξει

 (κοιτώντας με συγκινημένος έβγαλε ένα λευκό μαντιλάκι από το πέτο του και το έβαλε στις χούφτες μου)

Πάρε αυτό το μαντίλι και πριν φύγεις, στάσου για λίγο εμπρός στην προκυμαία…  Άφησέ το και  φύγε αμέσως. Εσύ μπορεί να μην το βλέπεις αλλά αυτό θα πετάξει, σου δίνω το λόγο μου.

Στη συνέχεια και λίγο πριν αποχωρήσει, έβγαλε με υπερηφάνεια το σκαλιστό- κειμήλιο ρολόι του και μου το έδειξε, λέγοντας:

Κοίταξέ το…. Του λείπουν οι δείκτες. Για μένα δεν έχουν κανένα νόημα. Σημασία έχει μόνο το ρολόι.

Μείναμε για λίγο ακόμη εκεί τη στιγμή της αποφόρτισης, στη δύση του ηλίου, στο τέλος της ημέρας: εγώ, ο κος. Θ, ο ευτραφής πλανόδιος και λίγο ζεστό σαλέπι…..

 

GLYFADA METROPOLITANS

Για το Γλυφάδα metropolitans

Γράφει η Μαρία Μελέκουκοινωνική λειτουργός