ΚΩΔΙΚΟΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΟΣ: ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

 

Γράφει η ΜΑΡΙΑ ΜΕΛΕΚΟΥ, Κοινωνική λειτουργός

|| αποκλειστικό ||

ΜΑΡΙΑ ΜΕΛΕΚΟΥ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣΠερί ετυμολογίας εργαζόμενων σε πλαίσια υγείας και πρόνοιας.

Εργαζόμενοι  σε δομές υγείας και ψυχικής υγείας. Σε κοινωνικές  υπηρεσίες και κέντρα αποκατάστασης. Σε  μονάδες αυξημένης φροντίδας και προγράμματα παροχής κοινωνικής, νοσηλευτικής και ιατρικής προσφοράς. Η ενασχόληση με ανθρώπινους πόρους απαιτεί συνεχή προσπάθεια, αρκετή δουλειά με τον εαύτο ημών καθώς  και διά βίου εκπαίδευση.  Κανείς   δεν είπε ότι είναι εύκολο.

Είναι μάλλον πολύ δύσκολο, να προσπαθεί κάποιος να ανταποκρίνεται καθημερινά στις εργασιακές του υποχρεώσεις, οι οποίες ενδεχομένως να βασίζονται σε ένα πολύ συγκεκριμένο καθηκοντολόγιο. Να εναρμονίζεται με τις  ιδιαιτερότητες και  ανάγκες  του εκάστοτε ατόμου, που για κάποιο λόγο έχει προσέλθει σε μία κοινωνική υπηρεσία ή σε μία μονάδα υγείας και αναζητά βοήθεια, κατανοήση, επίλυση στο πρόβλημα, διαφυγή από το αδιέξοδο.

Όλα αυτά για έναν επαγγελματία υγείας και πρόνοιας είναι γνωστά. Τα έχει αφομοιώσει μέσω της εμπειρίας του, ενσυνείδητα ή μη. Το θέμα είναι πώς τα αφουγκράζεται και τα χρησιμοποιεί για τη μετέπειτα εξέλιξή του. Τι καθιστά ωστόσο έναν εργαζόμενο, που έχει άμεση επαφή με ανθρώπινες ανάγκες και προβλήματα, επαγγελματία;

Είθισται να αποκαλούμε έτσι άτομα που έχουν ακολουθήσει μία κάποια ακαδημαϊκή εκπαίδευση, η οποία διήρκησε για κάποια χρόνια και προφανώς τους απέφερε και κάποιο πτυχίο. Ο απλός συνειρμός μας παραπέμπει σε ιατρούς, νοσηλευτές, ψυχολόγους ή κοινωνικούς λειτουργούς.

Παρόλα ταύτα, επαγγελματίας πρόνοιας είναι και η κοινωνική φροντιστής ενός προγράμματος βοήθειας στο σπίτι, που θα αναλάβει εξωτερικές εργασίες ή την καθαριότητα της οικείας κάποιου ανήμπορου παππού.  Και η τραπεζοκόμος που θα  ταΐσει  έναν παραπληγικό σε κάποιο κέντρο αποκατάστασης.

Επαγγελματίας υγείας είναι και η πρακτική νοσοκόμα που επιμελείται της προσωπικής υγιεινής, των ασθενών μίας κλινικής, όσο και η μαγείρισσα που φροντίζει για το φαγητό τους και η πλύντρια που θα πασχίσει για τα καθαρά τους ρούχα.

Η διαφορά με έναν επιστήμονα υγείας και  ψυχικής υγείας, είναι ότι ο συγκεκριμένος έχει διδαχτεί δεοντολογία, έχει μάθει να συνεργάζεται, να ακούει, να ενσυναισθάνεται, να μην χάνει το στόχο του. Και όλα τα παραπάνω πέραν των γνώσεων και των ικανοτήτων σε κάθε εργασία είναι που καθιστούν ένα άτομο επαγγελματία.

Είτε είναι μαθημένη συμπεριφορά, είτε έμφυτη αρχή, δεξιοτέχνης στην προκειμένη περίπτωση και  φέρων το αξίωμα να λέγεται επαγγελματίας είναι αυτός που έχει την ικανότητα να συνεργάζεται, να εκτιμά τη συναδελφικότητα, να κινείται από το ατομικό προς το συλλογικό απαξιώνοντας προσωπικά οφέλη και σκοπιμότητες.

Και ενώ ορισμένοι μπορεί να θεωρήσουν όλα τα παραπάνω δεδομένα, η πραγματικότητα αποδεικνύει το αντίθετο. Υπάρχουν ακόμα και έρευνες που έχουν διεξαχθεί κατά το παρελθόν και οι οποίεςΜΑΡΙΑ ΜΕΛΕΚΟΥ έχουν καταλήξει σε συμπεράσματα που θέλουν τους γιατρούς να θεωρούν κατώτερους τους νοσηλευτές, λόγω του ότι ασχολούνται κυρίως με τα “βρώμικα υγρά” των ασθενών, ενώ οι νοσηλευτές από την άλλη πλευρά δεν αναγνωρίζουν το ρόλο ενός κοινωνικού λειτουργού, επειδή ακριβώς  δεν εμπλέκεται άμεσα στο κομμάτι της περίθαλψης και νοσηλείας ενός ασθενή, και άρα τον θεωρούν περιττό και απρόσφορο.

Και ενώ λίγο πολύ γνωρίζουμε πιο είναι το καλύτερο, συνεχίζουμε να ακολουθούμε την εξαίρεση και να “στρουθοκαμηλίζουμε” μπροστά στον κανόνα.

Επειδή όμως, κάνουμε λόγο  για ανθρωποκεντρικής φύσεως εργασίες, ίσως το καλύτερο θα ήταν να επικεντρωθούμε στο στόχο. Και ο στόχος που δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ είναι ο άνθρωπος. Να μην τον ξεχνάμε για να μένουμε και εμείς άνθρωποι. Επαγγελματίες με ανθρώπινη ταυτότητα που ποιούν αξιοπρέπεια για τον εκάστοτε ασθενή/εξυπηρετούμενο  που είναι αντιμέτωπος  με κάποια κρίση   ή πρόβλημα και προσπαθεί να απαλλαχθεί από αυτά. Που μαθαίνουν και τους υπόλοιπους συνεργάτες τους από διάφορες ειδικότητες, να λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο (σε περίπτωση που αδυνατούν).

Περνώντας ωστόσο από το γενικό στο ειδικό, θα ήταν χρήσιμο να αναφέρουμε, με ποιον τρόπο θα έπρεπε να διαχειρίζεται κανείς την προσωπικότητά του και το ρόλο του, μέσα σε τέτοιες δομές:

  • Δεν μεταφέρουμε τα προσωπικά μας προβλήματα στη δουλειά μας. Πολύ βασικό, αλλά ίσως να είναι λίγοι εκείνοι που να το εφαρμόζουν με συνέπεια. Τα όποια νεύρα, το άγχος ή ο θυμός είναι απαγορευτικό έως και απαράδεκτο να μεταβιβάζονται σε άτομα, που έχουν έρθει σε εμάς για βοήθεια, υποστήριξη και φροντίδα.
  • Όμως είναι λογικό, όπως όλοι οι άνθρωποι να βιώσουμε και εμείς κάποιες δύσκολες καταστάσεις στην καθημερινότητά μας. Εφόσον όμως τις εντοπίζουμε και τυγχάνει να εργαζόμαστε εκείνη την ημέρα, ορθό είναι να αποστασιοποιηθούμε από τον εκάστοτε εξυπηρετούμενο ή ασθενή, ή τουλάχιστον εάν δεν γίνεται αυτό, να περιοριστούμε στα βασικά μίας επικοινωνίας.
  • Εάν επηρεαζόμαστε επί μονίμου βάσεως από προβλήματα στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, προκειμένου να τα κουβαλάμε και στο εργασιακό περιβάλλον, θα ήταν έντιμο να παραδεχτούμε, ότι το συγκεκριμένο αντικείμενο εργασίας αντενδύκνειται στην περίπτωσή μας και φροντίζουμε ώστε να αποσυρθούμε σταδιακά.
  • Ίσως σε όλες αυτές τις δομές φροντίδας, θα πρέπει να υπάρχει μια συγκεκριμένη φόρμα συνεντεύξεων για τον κάθε ενδιαφερόμενο προς εργασία, η οποία στην ουσία θα αποτελεί ένα σημαντικό βοήθημα, όπου ο συνεντευκτής θα προσπαθεί να αποσπάσει από το άτομο, πληροφορίες σε σχέση με την ψυχική του ακεραιότητα,  τις αντιλήψεις του για  την επικείμενη εργασία του, τους στόχους που έχει γι’ αυτήν αλλά και τι ακριβώς περιμένει να λάβει (πέραν του οικονομικού όφελους) από τη δουλειά αυτή.
  • Ικανότητα να κατανοούμε τα συναισθήματα και τις σκέψεις των ανθρώπων, χωρίς όμως να ταυτιζόμαστε με το άτομο ή την κατάσταση. Ίσως το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι να προσπαθούμε να αναπτύξουμε την ενσυναίσθηση.
  • Να μην κρίνουμε, να μην ηθικολογούμε, να μην συμβουλεύουμε με ηθικοπλαστικό και δασκαλίστικο ύφος.
  • Να θέτουμε οπωσδήποτε τα προσωπικά μας όρια. Για μια σχέση εμπιστοσύνης όμως, ακόμα και επαγγελματική, θα πρέπει να τσαλακωθούμε.  Να αποκαλύψουμε και δικές μας πτυχές, γεγονός που θα μας κάνει πιο ανθρώπινους και πιο προσιτούς στους άλλους.
  • Να χρησιμοποιούμε το χιούμορ για να αντισταθμίσουμε δύσκολες καταστάσεις και πάντα μέσα στα πλαίσια της ψυχοσυναισθηματικής ενίσχυσης των ατόμων.

 

Κοινωνική λειτουργός

  • Να μην κάνουμε διακρίσεις, ανάμεσα στα άτομα. Προσπαθώντας να παρέχουμε την ίδια ποιότητα μέσα από τις υπηρεσίες μας, για όλα τα άτομα στο βαθμό που μπορούμε και με τα μέσα που διαθέτουμε.
  • Να αποφορτιζόμαστε και να φροντίζουμε να μην “παίρνουμε” τίποτα μαζί μας στο σπίτι, καθώς και να φροντίζουμε ώστε να γίνεται το απαραίτητο feed back μέσα στα πλαίσια συναντήσεων με τους υπόλοιπους συνάδελφους και συνεργάτες στο χώρο της δουλειάς.
  • Να προσπαθούμε να ενισχύουμε στρωτές συνεργασίες με τους συνεργάτες και τους συναδέλφους και να μην εμπλεκόμεθα σε μικρότητες , να το πούμε “ξεκατινιάσμστα” μέσα στον χώρο εργασίας μας. Επειδή όμως συμβαίνουν και αυτά, να αναφέρουμε ότι τέτοιες συμπεριφορές κρίνονται απαράδεκτες και μικροπρεπείς και ίσως έχουν να κάνουν με τη λάθος διαχείρηση του εαυτού  μας και  τα προβλήματα γενικότερα με τη ζωή μας, που όμως δεν αφορούν κανένα στη δουλειά μας.

Είναι  ψιλά γράμματα να μιλάμε για προδιαγραφές, όταν έχουμε να κάνουμε με την αμεσότητα  της παρέμβασης επάνω σε ανθρώπινες δυσκολίες και προβλήματα;

 Ή μήπως είναι το αυτονόητο;

Αρκεί μονάχα να σκεφτούμε πώς θα θέλαμε και εμείς οι ίδιοι να μας αντιμετωπίσουν αν είμασταν ασθενείς σε κάποιο νοσοκομείο, ή καθόμασταν μπροστά από το γραφείο ενός κοινωνικού λειτουργού, αιτούμενοι για κάποια ζητήματα.

Αρκεί να μας ενδιαφέρει λίγο η ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουμε, καθώς και η  μη απόκλιση από τον στόχο που εξαρχής θέσαμε.

Και ο στόχος είναι ένας:

η μεταβίβαση προσφοράς, βοήθειας, ελπίδας, στήριξης και ενίσχυσης από άνθρωπο σε άνθρωπο.


 

ΓΛΥΦΑΔΑ METROPOLITANSΓια το Γλυφάδα metropolitans:

|| ΜΑΡΙΑ ΜΕΛΕΚΟΥ ||

Κοινωνική λειτουργός