Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες του κορονοϊού είναι αυτές που ανησυχούν τους ειδικούς, σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Ηλίας Μόσιαλος, σε ανάρτηση του στο Facebook.
Ο καθηγητής του LSE τονίζει πως ο νέος κορονοϊός αφού μπει στο σώμα, μπορεί να προσκολληθεί σε ανθρώπινα κύτταρα σε πολλά μέρη του σώματος και να διεισδύσει σε πολλά κύρια όργανα, συμπεριλαμβανομένης της καρδιάς, των νεφρών, του εγκεφάλου, ακόμη και των αιμοφόρων αγγείων. Η διείσδυση σε συνδυασμό με την επιθετική ανοσοαπόκριση, μπορεί να προκαλέσουν τραυματισμούς σε όργανα και ιστούς και τελικά πολλαπλές μόνιμες βλάβες.
Οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις
Στη συνέχεια την ανάρτησης του ο κ. Μόσιαλος αναφέρει: “Αρκετές εβδομάδες μετά την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων, κάποιοι ασθενείς εξακολουθούν να έχουν συμπτώματα όπως αίσθημα καύσου στους πνεύμονες και ξηρό βήχα. Σε αξονικές τομογραφίες, ενώ οι φυσιολογικοί πνεύμονες εμφανίζονται μαύροι, οι πνεύμονες των ασθενών Covid-19 έχουν συχνά τη χαρακτηριστική σκίαση που θυμίζει ανοιχτά-γκρι μπαλώματα, που μπορεί να μην επουλωθούν. Αυτή η σκίαση διαπιστώθηκε από νωρίς σε μεγάλο ποσοστό ασθενών που νοσηλεύτηκαν αλλά επίσης και σε μεγάλο ποσοστό ασυμπτωματικών και προσυμπτωματικών ασθενών. Η ανοσοαπόκριση όπως πλέον γνωρίζουμε είναι απίστευτα επιθετική και οι χώροι στους πνεύμονες γεμίζουν με κυτταρικά συντρίμμια και πύον, καθιστώντας τους πνεύμονες λιγότερο εύκαμπτους.
Πολλοί ασθενείς που νοσηλεύτηκαν λόγω Covid-19 αντιμετωπίζουν υψηλά ποσοστά θρόμβων αίματος. Το ποσοστό στους ασθενείς που νοσηλεύονται στις ΜΕΘ μπορεί να φτάσει και το 31%. Οι θρόμβοι μπορεί να προκαλέσουν απόφραξη των πνευμόνων, εγκεφαλικά επεισόδια, καρδιακές προσβολές και άλλες επιπλοκές με σοβαρές, διαρκείς επιπτώσεις.
Οι θρόμβοι αίματος που σχηματίζονται ή φτάνουν στον εγκέφαλο μπορούν να προκαλέσουν εγκεφαλικό επεισόδιο. Στη Wuhan περίπου το 5% των ασθενών Covid-19 που νοσηλεύτηκαν πέρασαν εγκεφαλικά επεισόδια και ενώ αυτά εμφανίζονται πιο συχνά σε ηλικιωμένους, αναφέρονται και σε νεότερους ασθενείς Covid-19. Τα ποσοστά θνησιμότητας στους νεότερους είναι σχετικά χαμηλά σε σύγκριση με τους μεγαλύτερους σε ηλικία ασθενείς και πολλοί αναρρώνουν. Ωστόσο, άλλες μελέτες δείχνουν ότι μόνο μεταξύ 42 – 53% είναι σε θέση να επιστρέψουν στη δουλειά.
Εάν οι θρόμβοι αίματος διακόψουν την κυκλοφορία στους πνεύμονες, μια κατάσταση γνωστή ως πνευμονική εμβολή, η έκβαση μπορεί να είναι θανατηφόρα. Ασθενείς αναφέρουν πως μετά την ανάρρωση από τη νόσο, έχουν συμπτώματα που περιλαμβάνουν κόπωση, δύσπνοια, έντονο περιορισμό της σωματικής δραστηριότητας και ενοχλήσεις κατά την άσκηση. Mελέτες στη Γαλλία δείχνουν ότι μεταξύ 23 και 30% των ατόμων με σοβαρό Covid-19 είχαν επίσης πνευμονική εμβολή.
Οι θρόμβοι αίματος σε άλλα κύρια όργανα όπως τα νεφρά μπορούν επίσης να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα. Η νεφρική ανεπάρκεια αναφέρθηκε σε πολλούς ασθενείς που νόησαν σοβαρά με Covid-19, ενώ μερικά από αυτά τα οξεία νεφρικά τραύματα μπορεί να είναι μόνιμα και να απαιτούν συνεχή αιμοκάθαρση.
Μια μελέτη από τη Wuhan από τον Ιανουάριο διαπίστωσε ότι το 12% των ασθενών με Covid-19 είχαν σημάδια καρδιαγγειακής βλάβης. Έκτοτε, πολλές αναφορές δείχνουν ότι ο ιός μπορεί να προκαλέσει άμεσα οξεία μυοκαρδίτιδα και καρδιακή ανεπάρκεια”.
Επιπτώσεις και στο κεντρικό νευρικό σύστημα
“Η νόσος Covid-19 επηρεάζει και το κεντρικό νευρικό σύστημα με δυνητικά μακροχρόνιες συνέπειες. Σε μια μελέτη από την Κίνα, περισσότερο από το ένα τρίτο των 214 ατόμων που νοσηλεύτηκαν με Covid-19 εμφάνισαν νευρολογικά συμπτώματα, όπως ζάλη, πονοκεφάλους, μειωμένη συνείδηση, όραση, δυσλειτουργία της αίσθησης της γεύσης και της οσμής (doi:10.1001/jamaneurol.2020.1127). Αυτά τα συμπτώματα ήταν πιο κοινά στις σοβαρές περιπτώσεις ασθενών, όπου η επίπτωση αυξήθηκε στο 46,5%.
Υπάρχουν δυστυχώς και άλλες γνωστικές επιπτώσεις, για παράδειγμα, το παραλήρημα, που επηρεάζει το ένα τρίτο ή περισσότερους ασθενείς στις ΜΕΘ, και έρευνες δείχνουν ότι η παρουσία παραληρήματος κατά τη διάρκεια σοβαρής ασθένειας προβλέπει μελλοντικές μακροχρόνιες γνωστικές παρενέργειες και δυσλειτουργίες. Μια μελέτη από τη Νορβηγία αναφέρει πως το παραλήρημα ήταν η πιο συχνή μη αναπνευστική επιπλοκή και παρατηρήθηκε σε 36% των ασθενών Covid-19″.
Αυξημένος κίνδυνος για τους διαβητικούς
“Μια προηγούμενη έρευνα σχετικά με το σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας (ARDS) έδειξε ότι ένας στους πέντε επιζώντες του ARDS βιώνει μακροχρόνια γνωστικές επιπτώσεις, ακόμη και πέντε χρόνια μετά. Οι βλάβες μπορεί να περιλαμβάνουν βραχυπρόθεσμα προβλήματα μνήμης, δυσκολία στη μάθηση και την εκτέλεση εντολών και να οδηγήσουν σε δυσκολία στην εργασία, μειωμένη ικανότητα διαχείρισης χρημάτων ή δυσκολία στην εκτέλεση καθημερινών εργασιών. Οι επιζώντες του ARDS έχουν συχνά αυξημένα ποσοστά κατάθλιψης και άγχους και πολλοί βιώνουν μετατραυματικό στρες.