Μάς ενημερώνει η Κοινωνική Λειτουργός, Μαρία Μελέκου (Τελειόφοιτη ΜΠΣ, διαχείριση γήρανσης και χρονίων νοσημάτων)

 

Οι ηλικιωμένοι σε δομές φιλοξενίας φαντάζουν με παιδιά μίας άλλης εποχής: Εσύ να τους χαρίζεις ένα άδειο κάδρο και εκείνοι να το γεμίζουν με εικόνες. Εικόνες κατοχής, τοπία πολιτικής και οικονομικής μετάβασης, πορτρέτα ανυποψίαστης ανεμελιάς και άδολης ελαφρότητας.  Το πεπαλαιωμένο άρωμα της Πρωτεύουσας, ο καθαρός αέρας της επαρχίας, οι στυγνές συνθήκες της μεταπολίτευσης, όλα μαζί εξισώνονται σε υφέρποντα χάρτη πίσω από το γερασμένο πετσί κάθε σύγχρονου υπερήλικα.

Η διαχείριση της γήρανσης σήμερα δύναται να καθιερωθεί σε αμφιλεγόμενο ζήτημα, ένα επιστημονικό πεδίο με αξιοσημείωτο ενδιαφέρον, ένα ευρύ φάσμα προκλήσεων, καινοτόμων δράσεων και ριζοσπαστικών αναπλαισιώσεων. Η διαχείριση της γήρανσης σήμερα απαιτεί εκσυγχρονισμό, νηφαλιότητα και αναγνώριση της δικής μας όψιμης εξέλιξης. Όταν όλα γύρω μας γηράσκουν, θα ήταν από ψευδαίσθηση έως ανοησία  να επιδεικνύουμε την κίβδηλη αθανασία μας.

Όσον αφορά εμένα, κάπως έτσι κατέληξα ν’ αγαπήσω το γήρας και τα ψεγάδια του, νοηματοδοτώντας ότι η ουσία της ζωής κυλάει στις φλέβες του καθενός από εμάς, ότι όλοι ανεξαιρέτως θα πρέπει να απολαμβάνουμε τα ίδια δικαιώματα, ότι δεν υπάρχουν χαρές και λύπες με ημερομηνία λήξεως και το μόνο που αλλάζει είναι η δυναμική των αναγκών στους ανθρώπους.

Ακόμη θυμάμαι την απαρχή του πρωτόγνωρου πανδημικού φαινομένου, την αναστολή του επισκεπτηρίου στα κλειστά κέντρα φροντίδας, το καθεστώς φόβου για την φυσική και ψυχοσυναισθηματική ακεραιότητα των ηλικιωμένων, για τις αντίστοιχες δικές μου εφεδρείες αλλά και την υγεία των σημαντικών  δικών μου άλλων. Θυμάμαι την ασύμμετρη σιωπή μίας παγιωμένης καθημερινότητας, την προσπάθεια διαφυγής από το αδιέξοδο μίας νοσηρής αναμονής.

Θυμάμαι από τη μία πλευρά μειωμένες εμφανίσεις λοιμώξεων  λόγω της απαγόρευσης του επισκεπτηρίου και από την άλλη την απροσφορότητα και τη θλίψη στα πρόσωπα των παππούδων που δεν έβλεπαν  τους αγαπημένους τους. Θυμάμαι να κάνω ότι καλύτερο μπορώ προκειμένου να διευκολύνω την επικοινωνία με τις οικογένειες, υπό τη χρήση κάθε οπτικοακουστικού μέσου. Θυμάμαι τη λήψη σκληρών αποφάσεων σε έκτακτες περιπτώσεις και συγκεκριμένα την κα. Μ., ψυχογηριατρικό περιστατικό που επί τάσεων φυγής, κάποτε  κατόρθωσε να βγει εκτός Μονάδας, οπότε για την ασφάλεια των υπολοίπων δεν έγινε δεκτή πάλι πίσω.

Θυμάμαι την πρόθεση  εξαναγκασμού  από  μία ανελαστική διοίκηση προκειμένου να ενστερνιστώ θέσεις και πρακτικές τελείως  αντίθετες  της  δικής  μου ιδιοσυγκρασίας  και μάλιστα ελλείψει εμπεριστατωμένου πλάνου αντιμετώπισης ενός  δυνητικά επιβεβαιωμένου κρούσματος.

Θυμάμαι τόνους κούρασης επάνω μου αλλά καμία προοπτική ύπνου  και έναν καταθλιπτικό εαυτό  να επισκιάζει  κάθε προσπάθεια θετικής σκέψης. Ήταν εκείνη η συγκεκριμένη περίοδος, όχι πολύ μακριά από σήμερα,  όπου προσπαθούσα  να σταθώ όρθια  με τη βοήθεια  εκλεκτικών  αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης.

Ωστόσο  δεν ξεχνώ ότι στο τέλος  φρόντισα  όλα να γίνουν σύμφωνα με τη δική μου αισθητική και ηθική (χωρίς να μετράω τα σωστά και τα λάθη) και επί  της βάσεως του γενικού συμφέροντος των ηλικιωμένων. Δεν ξεχνώ την  εγκατάλειψη και αδιαφορία των δύσκολων καιρών,  από φυσικά κυρίως πρόσωπα, συνθήκη που θα μείνει για πάντα ένα ανοιχτό και ασυγχώρητο μέτωπο.

Ως εκ τούτου  ο συγκερασμός δράσεων και πρακτικών με αξιόλογους συνεργάτες τόσο από το παρελθόν όσο και το παρόν, δυνητικά θα αποτελεί ορόσημο στις νέες προκλήσεις  που ανακύπτουν στη διαχείριση της γεροντολογικής φροντίδας.  Και πάλι όμως, γνωρίζω καλά ότι αυτό από μόνο του δεν φτάνει. Δεν φτάνει όταν έχουμε να υπερασπίσουμε το γενικό συμφέρον και ταυτόχρονα να διαχειριστούμε  αναλογικότητες.

Διότι όση  αναλογικότητα μπορεί να κουβαλώ εγώ ή ένας άλλος συνάδελφος σε δομή πρωτοβάθμιας περίθαλψης, άλλη τόση ενδέχεται και μία  γιατρός  σε κλινική του « Αγία Όλγα»  που φρόντισε να διακομίσει ηλικιωμένο άνευ μοριακού τεστ για τον COVID-19 και ενώ είχε ενημερωθεί ότι δεν θα γίνει δεκτός πίσω άνευ του συγκεκριμένου συνοδευτικού εγγράφου. Στην προκειμένη περίπτωση η απάντησή της έναντι της δικής μου εκρήξεως  ήταν «Όταν το θυμηθώ θα τα στείλω». Παράδειγμα αναλογικότητας επί αρνητικού πρόσημου μία ειδικευόμενη ιατρός στην Ε’ Παθολογική του νοσοκομείου Ευαγγελισμός, που απαιτούσε να της αποσταλεί επισήμως ως αίτημα η διεξαγωγή μοριακού test COVID -19 σε 97χρονη ηλικιωμένη 72 ώρες πριν την επανεισαγωγή της στη Μονάδα.

Αυτές και άλλες πολλές περιπτώσεις με κάνουν να σκέφτομαι ότι τα γηροκομεία είναι ο παρίας της Υγείας, την ίδια στιγμή που ένας από τους βασικούς πυλώνες της, η Πρωτοβάθμια Φροντίδα τείνει να καταρρεύσει, τιμής ένεκεν ενός  αυτάρεσκου νοσοκομειοκεντρικού συστήματος ιατρικοποίησης.

Αυτά τα συμβάντα και τόσα άλλα πρόσφατα γεγονότα  που συμβαίνουν γύρω μας και δίπλα μας, είναι που δημιουργούν θλίψη και θυμό έναντι της δημόσιας κατακραυγής και του διασυρμού σε ανθρώπους πρώτης γραμμής επί της διαχείρισης της Γήρανσης.

 Ας  μην γελιόμαστε: το απρόβλεπτο και επικίνδυνο βρίσκεται έξω από την πόρτα μας και όλοι θα πρέπει να λάβουμε σαν δεδομένο ότι κάποια στιγμή θα καταφέρει να εισχωρήσει. Στην προκειμένη περίπτωση η λάθος απάντηση θα ήταν: «Δεν ξέρουμε πώς συνέβη» έναντι της ενδεδειγμένης: «Δηλώνουμε έτοιμοι να το αντιμετωπίσουμε την ύστατη αυτή ώρα της  κρίσης και της ευθύνης». Αλλά ως εκ τούτου με οριζόντια πρωτόκολλα κατά μήκος του συστήματος Υγείας και με έναν  στρατηγικό σχεδιασμό διασύνδεσης πρωτοβάθμιων, δευτεροβάθμιων και τριτοβάθμιων φορέων.

Ίσως πέρα από τα όποια πρόσφατα επιδημιολογικά δεδομένα δεν θα πρέπει να παρακάμπτουμε τα πάγια δημογραφικά στοιχεία που μας επισημαίνουν με διαχρονικό τρόπο ότι ο πληθυσμός μας γερνάει και γι’ αυτό θα πρέπει να αγκαλιάσουμε τους ηλικιωμένους σαν ένα από τα πολυτιμότερα στοιχεία της κοινωνίας μας, σαν μία πράξη επένδυσης έναντι της δικής μας γενιάς, του δικού μας ημιπολύτιμου εαυτού.

 

Ευχαριστούμε την κ. Μελέκου για τις πληροφορίες.